Αντιγόνη, το ερώτημα 


Εξαμηνιαία Επιστημονική Επιθεώρηση

για την Κριτική Εγκληματολογία,το Ποινικό Πρόβλημα και τον Κοινωνικό Έλεγχο 

Ένα νέο επιστημονικό περιοδικό αποτελεί συνήθως έναν δείκτη ευρωστίας για μια επιστήμη. Μέσα από τις σελίδες του αναδεικνύονται οι θεωρητικές θέσεις και προβλη­ματισμοί, οι αντιθέσεις, οι καινοτομίες και τα πορίσματα ερευνών ενός επιστημονικού κλάδου και το περιοδικό επιτελεί ακριβώς αυτόν τον ρόλο: συμβάλλει στη διάδοση της γνώσης, προβάλλει τις νέες τάσεις, ασκεί κριτική και φέρνει τους επιστήμονες κοντά.


Ένα περιοδικό στον χώρο της Κριτικής Εγκληματολογίας στην Ελλάδα, όμως, μπο­ρεί να αποτελέσει μια τομή για τα ελληνικά επιστημονικά τεκταινόμενα. Για πρώτη φορά στη χώρα μας, μέσω της Ελληνικής Εταιρείας Μελέτης του Εγκλήματος και του Κοινωνικού Ελέγχου, επιχειρείται να αναπτυχθεί ο εγκληματολογικός λόγος από την οπτική της κριτικής θεώρησης του εγκλήματος, ώστε:

  • να διανοίξουν νέα πεδία προβληματισμού και επιστημονικής έρευνας για το εγκληματικό ζήτημα και το ποινικό φαινόμενο,
    να αναδειχθούν εγκληματολογικά ζητήματα που βρίσκονται εκτός ύλης της παρα­δοσιακής εγκληματολογίας,
  • να συνδεθεί η ελληνική επιστημονική κοινότητα των εγκληματολόγων με τις σύγ­χρονες κριτικές προσεγγίσεις του ποινικού φαινομένου και της εγκληματολογικής κοινωνικής έρευνας και να διαδοθεί η κριτική εγκληματολογική σκέψη,
  • να ανοίξει ένας ουσιαστικός διάλογος με και για την παραδοσιακή εγκληματολογία και περαιτέρω να αναδειχθούν τα όρια, οι ιδεολογικές διαφορές και οι συνέπειες που έχουν για την προσέγγιση των υπό εξέταση ζητημάτων,
  • να δοθούν απαντήσεις σε αστήρικτες απλουστευτικές και συχνά παραμορφωτικές προσεγγίσεις του κριτικού εγκληματολογικού λόγου,
  • να αναδειχθεί ο επιστημονικός λαϊκισμός που διέπει πολλές κυρίαρχες τοποθε­τήσεις και θέσεις για το ποινικό φαινόμενο,
  • να αναδειχθούν και να σχολιαστούν κριτικά οι κρατούσες θεωρήσεις και πολιτικές για την αντιμετώπιση του εγκλήματος και για την ποινική καταστολή,
  • να αναπτυχθεί ένα βήμα διαλόγου για τα σημαντικά ζητήματα που συνδέουν το εγκληματικό ζήτημα με την κοινωνική πραγματικότητα.

Εκτός από την απομάκρυνση από το αφήγημα «για τον εγκληματία – άνθρωπο» και από την «εγκληματική φύση των χαμηλών τάξεων», οι καταλυτικές συνεισφορές της Κριτικής Εγκληματολογίας στη μελέτη και την έρευνα του εγκληματικού και του ποινικού φαινομένου περιλαμβάνουν, αφενός, την ανάδειξη της σημασίας που έχουν οι σχέσεις εξουσίας στις ποικίλες εκδοχές τους για την κοινωνική κατασκευή του εγκλήματος και, αφετέρου, την προσήλωση στην έρευνα για τις πολυδιάστατες σχέσεις εξουσιαστών και εξουσιαζομένων, κράτους – πολίτη ως βασικών στοιχείων ανάλυσης του εγκληματικού ζητήματος.

Σε αυτήν ακριβώς τη διάσταση οφείλεται και το όνομα του περιοδικού. Ο μύθος της Αντιγόνης ως ιδεατής φιγούρας πολίτη και γυναίκας δεν θέτει, όπως συχνά λέγε­ ται, το ζήτημα της υπακοής στους ηθικούς νόμους, έναντι των ανθρώπινων. Αυτό το αφήγημα στην Εγκληματολογία έρχεται ως σύνθεση μεταξύ φυσικοδικαϊκής και θετικιστικής προσέγγισης, που δέχεται τους προϋπάρχοντες της κοινωνίας κανόνες, τους οποίους ανάγει σε μέτρο ηθικής διαπαιδαγώγησης και κοινωνικοποίησης.

Ο μύθος της Αντιγόνης θέτει ένα άλλο ερώτημα, θεμελιωδώς πολιτικό, που αφορά τη σχέση ανάμεσα στον οίκο και την πόλη, ανάμεσα στο κράτος που κυρίαρχος είναι ο οίκος και στο κράτος που κυρίαρχος είναι ο δήμος. Με τη μεταρρύθμιση του Κλεισθένη, το ζήτημα είχε λυθεί υπέρ του δήμου, αλλά η λύση ήταν πρόσφατη και εξακολουθούσε να απασχολεί την Αθηναϊκή Δημοκρατία την περίοδο που ο Σοφοκλής έγραφε το συγκεκριμένο έργο. Η ύπαρξη του τραγικού απαιτεί να υπάρχουν δίκαια αιτήματα και από τις δυο αντιμαχόμενες πλευρές· το επίδικο είναι πότε η μία πλευρά υπερβαίνει τη δικαιοδοσία της. Στην Αντιγόνη, η σύγκρουση αφορά, αφενός, τους εθιμικούς κανόνες της οικογένειας, του αίματος, του γένους και, αφετέρου, τους ορθολογικούς νόμους της πόλης, του δήμου. 

Η Αντιγόνη, θάβοντας τον Πολυνείκη, τον αδελφό που είχε στραφεί κατά της πόλης των Θηβών, υπακούει στους κανόνες του γένους και παρα­ βιάζει τους κανόνες που έχει θέσει η πόλη, την οποία εκπροσωπεί ο Κρέων, ο σωτήρας της. Το ζήτημα που τίθεται, ωστόσο, είναι το κατά πόσον ο ηγεμόνας, που συμβολίζει τον δήμο, υπερβαίνει την εξουσία που του έχει παραχωρηθεί, όταν απαγορεύει στα μέλη του οίκου να πραγματοποιήσουν τις τελετές που οφείλουν στους οικείους τους σύμφωνα με το εθιμικό δίκαιο. Για να το πούμε αλλιώς, μπορεί το δίκαιο του οίκου να υπονομεύει την ενότητα της πόλης, αλλά η κατίσχυση του δικαίου της πόλης επί της δύναμης του οίκου δεν μπορεί να ισοδυναμεί με καταστροφή του τελευταίου. Η δημοκρατία είναι ένα πλέγμα λεπτών ισορροπιών. Η σκέτη επιβολή του νόμου, χωρίς διαβούλευση, χωρίς να ακουστεί ο δήμος, μπορεί να οδηγήσει στην καταστροφή.

Η ισχύς της οικογένειας, η αυταρχική εξουσία και η καταστροφή παραδοσιακών κοινωνικών πρακτικών, η κοινωνική κατασκευή του νόμου και του εγκλήματος, η ισχύς του νόμου του κράτους είναι στοιχεία που βρίσκονται στο κέντρο των κοινωνικών διεργασιών που και σήμερα απασχολούν, όχι μόνο την κοινωνία γενικά, αλλά και το ποινικό φαινόμενο. Η Αντιγόνη θέτει επομένως ένα ερώτημα, που είναι ο πυρήνας του προβλήματος της Δημοκρατίας και των θεσμών της: τη σχέση ανάμεσα στο έθιμο και τον νόμο, τον νόμο της Οικογένειας και τον νόμο του Κράτους (ως ορθολογικής οντό­ τητας που οφείλει να συγκροτείται με τη συναίνεση του Δήμου), τα όρια ανάμεσα στην κρατική εξουσία και την αυταρχική εξουσία, αλλά και το έγκλημα ως πολιτικό ζήτημα.

Αυτές οι συζητήσεις, για τις οποίες μεταξύ άλλων ευχαριστούμε τη συνάδελφο Ελένη Περδικούρη, επίκουρη Καθηγήτρια Αρχαίας Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών, οδήγησαν στην ονοματοδοσία του περιοδικού.

Η Αντιγόνη: το ερώτημα, λοιπόν, φιλοδοξεί να αποτελέσει ένα παράθυρο στον κόσμο της Κριτικής Εγκληματολογίας διεθνώς και ταυτόχρονα να φέρει στο επίκεντρο του προβληματισμού ζητήματα τα οποία έχουν αποσιωπηθεί και δεν έχουν προκα­λέσει το ενδιαφέρον, και τα οποία υπό το πρίσμα της θετικιστικής, της νεοκλασικής και νεοθετικιστικής εγκληματολογίας θεωρούνται «εκτός ύλης».

Απο το εκδοτικό σημείωμα του πρώτου τεύχους της Αντιγόνης